Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Μερικές σκέψεις για τα νέα βιβλία μουσικής.





Μόλις έφτασαν τα πολυαναμενόμενα νέα βιβλία μουσικής στα Γυμνάσια και με την ευκαιρία θα ήθελα να καταθέσω μερικές σκέψεις, ως φορολογούμενος και γονέας μαθήτριας.

Τα νέα βιβλία, όπως μπορεί κανείς να δει αμέσως, δεν αποτελούν βελτιώσεις των παλαιότερων, αλλά είναι γραμμένα με εντελώς διαφορετικό τρόπο προσέγγισης. Αυτό, η ανανέωση δηλαδή, αποτελεί αδήριτη ανάγκη του νέου σχολείου σε κάθε τομέα και δραστηριότητά του. Ως εδώ καλά.

Ψάχνοντας για βιογραφικά στοιχεία των συγγραφέων, είδα ότι πρόκειται για Κύπριους εκπαιδευτικούς, με τους αντίστοιχους τίτλους ο καθένας. Γιατί συμβαίνει αυτό; Εννοείται ότι δεν έχω τίποτα εναντίον των φίλων Κυπρίων, αλλά γιατί έπρεπε να επιλεγούν Κύπριοι δάσκαλοι για τη συγγραφή βιβλίων για την Ελλάδα; Γιατί όχι Φιλανδοί, ή Αμερικάνοι, ή Γάλλοι; Με ποια λογική; Δεν θα ήταν λογικότερο να γράψουν τα βιβλία άνθρωποι που έχουν γνώση της ελληνικής πραγματικότητας, άνθρωποι που έχουν διδάξει σε ελληνικά σχολεία και που έχουν γνώση των πραγματικών συνθηκών και της γενικής (και ειδικότερης) εικόνας των σχολείων μας; Τα γράφω αυτά μη γνωρίζοντας το σκεπτικό των ιθυνόντων (!), γνωρίζοντας όμως την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν εκπαιδευτικοί και παιδιά στα σχολεία μας.

Ανοίγοντας τυχαία το βιβλίο μαθητή στη σελίδα 102, είδα την ‘αχιβάδα’ του Χατζιδάκη και το ερώτημα προς τους μαθητές, που είναι να περιγράψουν τη συνοδεία του αριστερού χεριού στο κομμάτι. Φυλλομετρώντας στη συνέχεια, είδα ασκήσεις που πρέπει να γίνουν από τα παιδιά με τα όργανα της τάξης, όργανα κρουστά, πνευστά, έγχορδα, πιάνο, αλλά και ασκήσεις που περιλαμβάνουν στοιχεία από το ίντερνετ, εικόνες και ακούσματα και άλλα καλούδια, που δείχνουν ότι οι γράφοντες δεν έχουν ούτε μακρινή καν ιδέα για την ελληνική πραγματικότητα.

Τα σχολεία μας, όπως είναι ευρέως γνωστό, δεν έχουν τίποτα από όλα αυτά, δεν έχουν αίθουσες μουσικής, δεν έχουν καθόλου, ή έχουν πολύ προβληματική πρόσβαση στο ίντερνετ, φυσικά δεν έχουν όργανα και, το κυριότερο, δεν έχουν χρόνο για όλα αυτά. Το μάθημα της μουσικής στα κανονικά (όχι τα μουσικά) σχολεία, είναι μονόωρο, πράγμα που σημαίνει σαράντα πέντε λεπτά την εβδομάδα στην καλύτερη περίπτωση. Τι από όλα όσα λένε τα νέα βιβλία μπορεί να πραγματοποιηθεί σε αυτό το χρόνο;
Ένα άλλο ακόμη πιο σημαντικό ζήτημα, είναι αυτό της μουσικής κατάρτισης που προαπαιτείται για την πραγματοποίηση όλων των ζητουμένων από τα βιβλία.

Μιλώντας για παιδιά των τάξεων του γυμνασίου, αναφερόμαστε σε παιδιά που στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν έχουν καμιά επαφή με τη μουσική από το Δημοτικό. Ξαφνικά λοιπόν, θα πρέπει αυτά τα παιδιά που δεν έχουν δει ποτέ παρτιτούρα στη ζωή τους, να αναλύσουν έργα του Χατζιδάκη και του Γκρίγκ για εννέα όργανα!

Συνολικά τα βιβλία ενώ καθεαυτά είναι πολύ καλά, αντλώντας ίσως από την Κυπριακή πραγματικότητα στην εκπαίδευση, βρίσκονται εντελώς εκτός τόπου και χρόνου όσον αφορά την Ελληνική αντίστοιχη. Ζηλεύω τα παιδιά στην Κύπρο αν μετά το Δημοτικό έχουν τις γνώσεις και την επάρκεια να παρακολουθήσουν το πρόγραμμα με βάση αυτά τα βιβλία. Εδώ όμως, το όλο επιχείρημα είναι εκτός πάσης πραγματικότητας. Κατά τη γνώμη μου, τα βιβλία θα έπρεπε να γραφτούν από έλληνες εκπαιδευτικούς, από ανθρώπους που να έχουν μπει σε τάξη σε διάφορα σχολεία της πρωτεύουσας και της επαρχίας και να ξέρουν τους περιορισμούς και τις αδυναμίες της εκπαίδευσης στην Ελλάδα.

Επίσης, ένα μεγάλο κεφάλαιο είναι η ‘εκπαίδευση’ των γονέων.
 Οι περισσότεροι γονείς θεωρούν τα καλλιτεχνικά μαθήματα διακοσμητικά, μια ώρα χαλάρωσης των μαθητών, που δεν έχει καμιά σημασία στην περαιτέρω εκπαίδευση και ζωή τους. Αυτό αποτελεί σταθερή τροχοπέδη σε οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής στην κατεύθυνση της ενίσχυσης των καλλιτεχνικών μαθημάτων και της σημασίας τους στην καλλιέργεια και την πνευματική ανάπτυξη του μυαλού των παιδιών μας. Δυστυχώς σήμερα αποτελεί ειρωνία πια το δίπτυχο της επιτυχίας, γιατρός – δικηγόρος, καθώς οι άνεργοι πτυχιούχοι συσσωρεύονται στα γραφεία εύρεσης (οποιασδήποτε) εργασίας πλήρως απογοητευμένοι από το μοντέλο που ακολούθησαν και που τώρα βλέπουν ότι δεν έχει κανένα μέλλον, αλλά παρ' όλα αυτά, γονείς, εκπαιδευτικοί και γενικότερο σύστημα, κατευθύνουν τα παιδιά προς αυτή την αδιέξοδη κατεύθυνση.

Ένα μόνο παράδειγμα περί του αντιθέτου: Η PIXAR, η γνωστή Αμερικάνικη εταιρεία δημιουργίας κινουμένων σχεδίων, πνευματικό παιδί του Steve Jobs, μια εταιρεία με τεράστια επιτυχία, με κύκλο εργασιών δισεκατομμυρίων δολαρίων, με άπειρα βραβεία, μεταξύ των οποίων πέντε Όσκαρ, αν θυμάμαι καλά, ίδρυσε δικό της πανεπιστήμιιο, στο οποίο συμμετέχουν όλοι όσοι θέλουν από το προσωπικό της και όχι μόνο. Ο προσανατολισμός είναι φυσικά καλλιτεχνικός και η ανατροφοδότηση της εταιρείας από ανθρώπους και ιδέες από το ίδρυμα αυτό, την έχει εκτοξεύσει στην κορφή των πλέον δημιουργικών και καινοτόμων και τελικά κερδοφόρων εταιρειών παγκοσμίως.

Η κατεύθυνση των σχολείων στην Ελλάδα, σε κάθε επίπεδο, είναι σταθερά οι επιστήμες και οι επι μέρους πρακτικές εφαρμογές τους. Τα νέα μουσικά βιβλία δείχνουν μόνο παντελή άγνοια των συνθηκών και των προβλημάτων της παιδείας μας και φυσικά δεν μπορούν να κάνουν καμιά διαφορά σε αδιάφορους μαθητές και γονείς, που βλέπουν την αδιαφορία τους αυτή να επιβεβαιώνεται από αντίστοιχα αδιάφορους ταγούς σε μια εκπαίδευση χωρίς κανένα προσανατολισμό και κατεύθυνση.
Άλλη μια ευκαιρία αναδιοργάνωσης και ανακατεύθυνσης της ελληνικής παιδείας, πέρασε δυστυχώς ανεκμετάλλευτη, παραδομένη στην ευθυνοφοβία και την έλλειψη οράματος, σε μια στιγμή που χρειαζόμαστε κάτι τέτοιο περισσότερο από κάθε άλλη φορά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου