Τρίτη 1 Απριλίου 2014


Η αξιολόγηση του «Νέου Σχολείου»: Το πρότυπο του 

περήφανου λειτουργού ή του φοβισμένου εκπαιδευτικού;




Του Σχολικού Συμβούλου Θέμη Μακαντάση



Έχουμε αναλογιστεί αν η αξιολόγηση του «Νέου Σχολείου» κάνει τον εκπαιδευτικό καλύτερο και πιο
ικανό να μορφώνει ολόπλευρα τα παιδιά; Αν η αξιολόγηση διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία της σχολικής μονάδας και αποβαίνει σε όφελος των μαθητών κάνοντας πράξη τη βασική αρχή του Υπουργείου Παιδείας «Πρώτα ο μαθητής»; Άραγε, το όραμα του δημοκρατικού σχολείου ενισχύει πράγματι το πρότυπο του περήφανου λειτουργού ή μήπως αυτό του φοβισμένου εκπαιδευτικού;
Η εκτίμησή μας είναι ότι, όσο η αξιολόγηση συνδέεται με ποσοστώσεις του Ν.4024/2011, οι οποίες οδηγούν σε μισθολογικές καθηλώσεις και ενδεχομένως σε απολύσεις των εκπαιδευτικών, δεν μπορούμε να μιλάμε για βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Ειδικά, μέσα στους σημερινούς κοινωνικούς και οικονομικούς κλυδωνισμούς, με το αδιέξοδο της χώρας να αντηχεί στις ψυχές των πολιτών της, η αξιολόγηση με τα ποσοστά των «καλών εκπαιδευτικών» που θα ενταχθούν στο ανώτερο βαθμολόγιο-μισθολόγιο παίρνει ρόλο Προκρούστη.
Δεν είμαστε αντίθετοι με την αξιολόγηση, αλλά με την προϋπόθεση αυτή να μην έχει τιμωρητικό χαρακτήρα και να μην αποσυνδέεται από τη διαδικασία της επιμόρφωσης, γιατί σε διαφορετική περίπτωση, οδηγεί στην καλλιέργεια της υποταγής και του φόβου προδίδοντας τον σκοπό της που δεν είναι άλλος από τη διασφάλιση της ποιότητας και της εξέλιξης της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Ο εκπαιδευτικός δεν αντιτίθεται στην αξιολόγηση, η οποία άλλωστε αποτελεί μέρος της επαγγελματικής του ενασχόλησης με την εκπαίδευση, καθώς ο ίδιος αξιολογεί τους μαθητές του. Με τις νέες, όμως, συγχωνεύσεις σχολείων, τις περικοπές προσωπικού, τη διαθεσιμότητα, και με την αξιολόγηση που μοιάζει να «τιμωρεί», αντί να αναβαθμίζει, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε το ηθικό και την ψυχολογία του εκπαιδευτικού που διδάσκει στην τάξη και συνιστά το πρότυπο του φοβισμένου και όχι του εμπνευσμένου δασκάλου. O εμπνευσμένος δάσκαλος βρίσκεται μακριά από τη νοοτροπία του υπαλλήλου που εκτελεί το έργο του χωρίς ψυχή, που κουράζει και κουράζεται. Είναι εκείνος που αντιμετωπίζει τη διδασκαλία του ως τέχνη και αρνιέται να τη δει ως μια τεχνική με σίγουρα αποτελέσματα. Αντίθετα, ο φοβισμένος δάσκαλος δεν μπορεί να εμπνεύσει τους μαθητές του να ολοκληρωθούν ως προσωπικότητες και να μάχονται για τα όνειρά τους. Φοβισμένος δάσκαλος σημαίνει φοβισμένα παιδιά και έφηβοι, καθώς εκείνος παραμένει πάντα ένα ισχυρό πρότυπο προς μίμηση και ταύτιση. Αν σε αυτά, προσθέσουμε στην ψυχή του παιδιού και του εφήβου τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της εποχής και τη ζοφερή πραγματικότητα της ενδοσχολικής βίας, είναι προφανές ότι απαιτούνται δραστικές πρακτικές στη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής, προκειμένου αυτή να αποβεί σε όφελος των μαθητών, των εκπαιδευτικών και τελικά, της κοινωνίας.
Οι σχολικοί σύμβουλοι δεν ανήκουν σε διαφορετικό στρατόπεδο από τους εκπαιδευτικούς. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια σχέση εμπιστοσύνης, σεβασμού και συνεργασίας μεταξύ εκπαιδευτικών και σχολικών συμβούλων, με θεσμοθετημένη επιμόρφωση και συνεχή στήριξη, όταν το απαιτεί η κάθε περίπτωση. Μόνο κάτω από τέτοιες προϋποθέσεις μπορούμε να μιλάμε για ένα σύγχρονο και δυναμικό εκπαιδευτικό σύστημα που μπορεί να αυτοβελτιώνεται , να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των μαθητών και που δε θα στηρίζεται στο φόβο, τον ευφυή και αόρατο μηχανισμό χειραγώγησης, που εκκολάπτει και συντηρεί πειθήνιες μάζες.